Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2009

ΠΕΡΠΑΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΓΓΕΛΟ ΣΟΥ - Παρουσίαση




Η ομιλία μου, στην παρουσίαση του "Περπάτα με τον άγγελό σου"

Καλησπέρα και καλώς ήρθατε, είναι μεγάλη η τιμή που μου κάνετε και η χαρά μου είναι ακόμη μεγαλύτερη, σας ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου.

Συνήθως όταν παρουσιάζεται ένα βιβλίο ή έστω όταν μια εκδήλωση γίνεται με αφορμή ένα βιβλίο, υπάρχει κάποιος που προλογίζει τoν/τη συγγραφέα, συστήνει, παρουσιάζει. Σήμερα όμως εγώ δεν αισθάνομαι την ανάγκη να με παρουσιάσει κανείς, νιώθω όπως όταν είμαι ανάμεσα στους φίλους μου, τους δικούς μου ανθρώπους και είναι πολύ ωραίο συναίσθημα να μπορείς να ονομάσεις «φίλους» ανθρώπους που τους ξέρεις λίγο, ελάχιστα, καθόλου.
Γιατί σήμερα έχω την εντύπωση ότι με τιμούν με την παρουσία τους πολλοί φίλοι. Σχεδόν άγνωστοι… Ευχαριστώ λοιπόν και πάλι και σταματάω εδώ τα περί «γνωστών-αγνώστων», είμαστε και σε μια ευαίσθητη περιοχή.... δε χρειάζονται πολλές τέτοιες αναφορές.

Θέλω να ευχαριστήσω ιδιαίτερα τη Μίνα Δάκου , μια φίλη μέσα από το facebook, που επικοινώνησε μαζί μου σαν αναγνώστρια του/των βιβλίων μου και αρχίσαμε να συζητάμε, η Μίνα είναι καθηγήτρια μουσικής στο ωδείο «Σαπφώ» και είχε την ευχαρίστηση να έρθει, μαζί με την παρέα της, τη χορωδία «Σαπφώ» να ντύσει μουσικά την εκδήλωση.
Και βέβαια εδώ πρέπει να πω κάτι που το χαρακτηρίζω τελείως καρμικό, όταν η Μίνα διάβαζε το βιβλίο είχε την εύλογη απορία «γιατί Σαπφώ»; εφ’όσον και η δική της χορωδία ονομάζεται έτσι. Αυτή η απορία της ήταν η αφορμή να γνωριστούμε και να συζητήσουμε γύρω από αυτό το θέμα και ... να τοι, όλοι τους εδώ! Μίνα, Γιώργο, παιδιά, σας ευχαριστώ πολύ.

Ευχαριστώ και τον εκδοτικό οργανισμό ΛΙΒΑΝΗΣ για όλη την προετοιμασία της εκδήλωσης και τη φιλοξενία και τέλος...

Ένα μεγάλο, τεράστιο «ευχαριστώ» στη Νοέλ.
Τη σπουδαία φίλη Νοέλ και σπουδαία συγγραφέα Νοέλ Μπάξερ, που με το πρώτο της βιβλίο «Από δρυ παλιά και από πέτρα» -ένα υπέροχο βιβλίο, με μια συγκλονιστική ιστορία και μια συγκλονιστική αφήγηση- έκανε τεράστια αίσθηση στα λογοτεχνικά δρώμενα και αγαπήθηκε παράφορα. Και η Νοέλ είναι καινούργια φίλη, τη γνωρίζω λίγους μήνες, αλλά η χημεία μας υπήρξε καταλυτική, μέχρι χθες την είχα δει μόνο μια φορά, αλλά η επικοινωνία μας, όσες φορές υπήρξε, ήταν τόσο ουσιαστική και πάντα υπήρχε και από τις δυο μας, η αίσθηση ότι γνωριζόμαστε χρόνια.

Σήμερα η Νοέλ Μπάξερ μου κάνει την ιδιαίτερη τιμή να μιλήσει σήμερα για το ΠΕΡΠΑΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΓΓΕΛΟ ΣΟΥ και θα της δώσω το λόγο, αφού την ευχαριστήσω ακόμη μια φορά και πω δυο λόγια για το πρώτο μου βιβλίο, ΤΟ ΜΕΛΙ ΤΟ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟ.


ΤΟ ΜΕΛΙ ΤΟ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟ
είναι ένα απόλυτα συναισθηματικό δημιούργημα, γράφτηκε μέσα από τη ψυχή μου τελείως αυθόρμητα.
Είχε την τύχη δε, να αντιμετωπισθεί από τους αναγνώστες, ακριβώς έτσι. Με πολύ αυθορμητισμό και απόλυτα συναισθηματικά. Και ν’αγαπηθεί πολύ και να συνεχίσει ν’αγαπιέται.
Με το βιβλίο αυτό, μπορώ να πω ότι ξαναγεννήθηκα, σε μια εποχή που ήθελα –αν ήταν δυνατόν- να έμπαινα και πάλι στη μήτρα της μάνας μου και να ξεκινήσω από την αρχή. Και επειδή αυτό πρακτικά ήταν λίγο δύσκολο, αφήστε που και η μαμά μου είχε αντιρρήσεις.... δε μπόρεσα να τη δελεάσω με τίποτα... γέννησα εγώ τον εαυτό μου, έβγαλα από μέσα μου –στην κυριολεξία- ένα παιδί, το παιδί-Μαίρη-βιβλίο και ήταν πραγματικά ένα ΘΕΙΟ ΔΩΡΟ.
Και μαζί μ’αυτό το παιδί-Μαίρη-βιβλίο λευτέρωσα και όλα αυτά που είχαν μαζευτεί μέσα μου και φώναζαν επιτακτικά «ελευθερία, ελευθερία, ελευθερία». Δεν είναι λοιπόν τυχαίο, ότι τη μία από τις δύο ηρωίδες του βιβλίου την ονόμασα «Ελευθερία».
Όπως δεν είναι τυχαίο ότι στο δεύτερο βιβλίο μου, την ηρωίδα, την ονόμασα «Αρετή». Γιατί η ελευθερία θέλει αρετή και τόλμη...

Και μόλις γέννησα και ηρέμησα, άρχισα να βρίσκω πάλι –όχι τη φόρμα μου- αλλά τη φύση μου, εκείνη με την οποία πορεύτηκα σαράντα τόσα χρόνια. Τότε... Και άρχισα να παίζω. Γιατί είμαι παιχνιδιάρα. Με την καλή την έννοια...
Αυτή τη φορά άρχισα να παίζω με τη συγγραφή, όπως ένα παιδί που έχει ανάγκη να πειραματιστεί με διάφορα παιχνίδια. Και αυτός είναι ο λόγος που το δεύτερό μου βιβλίο είναι τόσο διαφορετικό από το πρώτο και αυτό τρίτο, αυτό που γράφω τώρα, τόσο διαφορετικό από τα δύο προηγούμενα.
Μ’αυτήν την έννοια λοιπόν, δηλώνω ευθαρσώς ότι δε θεωρώ τον εαυτό μου λογοτέχνη, δέχομαι όμως ευχαρίστως, τον τίτλο της «λογοπαίχνη», η συγγραφή για μένα είναι ένα ατέλειωτο παιχνίδι, ένα παιχνίδι συναισθήματος, μνήμης και φαντασίας, με το οποίο παιχνίδι διαλύομαι και ανασυντίθεμαι κάθε στιγμή. Σαν ένα playmobil. Ή σαν puzzle. Μπορεί και σαν τη"μπάμπουσκα", που βγάζει από μέσα της συνέχεια άλλους εαυτούς κι άλλους κι άλλους, ατελείωτους...

Έπαιξα λοιπόν, όταν έγραφα το ΠΕΡΠΑΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΓΓΕΛΟ ΣΟΥ.

Το παιχνίδι μου το εντοπίζω σε 3 σημεία:

1. στην «πνοή ζωής» που έδωσα στα ζώα & στα άψυχα,
2. στις περιγραφές που έκανα για κάτι εντελώς άγνωστο, όπως είναι ο Ουρανός και η ζωή μετά το θάνατο,
3. η σουρεαλιστική απόδοση σκέψεων & καταστάσεων.


Έπαιξα λοιπόν με τη συγγραφή και όπως είναι φυσικό, όταν παίζεις χαίρεσαι. Και όταν χαίρεσαι γελάς. Και γέλασα πολύ, όσο έγραφα. Και όταν το διαβάζω ξανά, πάλι γελάω με τα ίδια πράγματα.
Αλλά όπως επίσης είναι φυσικό, όταν παίζεις μπορεί και να χτυπήσεις. Και να πονέσεις. Και τότε να κλάψεις. Και έκλαψα πολύ γράφοντας για τους ήρωές μου. Πόνεσα μαζί τους, έκλαψα και λυτρώθηκα.

Και επειδή η ζωή είναι μια γέλιο, μια δάκρυ, μια ήλιος, μια συννεφιά και ποτέ δεν έχει το ίδιο πρόσωπο, έγραψα για τη διπλή φύση των ανθρώπων. Την καλή και την κακή.
Γιατί πιστεύω ότι όλοι μας έχουμε καλό και κακό εαυτό, είναι θέμα συγκυριών, με ποιον εαυτό θα επιλέξουμε εμείς ή θα επιλέξουν άλλοι για μας, να ζήσουμε τη ζωή μας.
Όμως πάντα υπάρχει η ελπίδα με την επίδραση κάποιου ανθρώπου, ενός περιστατικού, μιας αγάπης , ενός ονείρου, ενός θανάτου, μιας γέννησης, μιας φιλίας ή ενός έρωτα, να αλλάξουμε, να βρούμε τον καλό μας εαυτό και να συνεχίσουμε μ’αυτόν.

Να διευκρινίσω ότι όταν λέω «καλό εαυτό», εννοώ αυτό που είναι καλό για τον καθένα, όχι απαραίτητα το «καλό» των πολλών.

Ή μπορεί και να μην αλλάξουμε ποτέ. Και να συμβιβαστούμε ή να μη συμβιβαστούμε και να ζήσουμε με κάτι ανοκλήρωτο και ανεκπλήρωτο, με γκρίνιες & μιζέριες, που θα το ψάχνουμε συνέχεια. Και μια θα το βρίσκουμε και μια θα το χάνουμε.
Πώς να βρεις αυτό που ψάχνεις, όταν δεν τα’χεις βρει με σένα;

Την ιστορία μου αυτή, στο ΠΕΡΠΑΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΓΓΕΛΟ ΣΟΥ, την έντυσα με κάποια από τα αγαπημένα μου τραγούδια, τραγούδια που αρωμάτισαν την παιδική μου ηλικία, λύτρωσαν την εφηβεία μου, στόλισαν τα νιάτα μου, γλυκαίνουν την ωριμότητά μου και ... ορίστε.
Εδώ είναι το αστέρι μου δικό σας, για σας, για όλον τον κόσμο, μακάρι να νιώσετε τον παλμό και τη συγκίνησή μου, μέσα στις σελίδες του.

ΠΕΡΠΑΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΓΓΕΛΟ ΣΟΥ - Παρουσίαση


Ομιλία της Νοέλ Μπάξερ για το "ΠΕΡΠΑΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΓΓΕΛΟ ΣΟΥ"


Καλησπέρα σας, σήμερα χαίρομαι που θα σας μιλήσω για το πιο πρόσφατο βιβλίο της Μαίρης Κόντζογλου, το «Περπάτα με τον άγγελό σου».

Μετά το «Μέλι το θαλασσινό», που είναι ένα γήινο βιβλίο κι ας έχει στον τίτλο θάλασσα, με το νέο της βιβλίο η Μαίρη απογειώθηκε. Θα σας εξηγήσω αμέσως γιατί:
Ο πρώτος, ολοφάνερος λόγος είναι επειδή πρωταγωνιστεί σε ρόλο αφηγητή ένας άγγελος! Ένα συμπαθέστατο ουράνιο ον που λέγεται «Παραδεισάκης», δηλωτικό του τόπου προέλευσής του. Όπως θα λέγαμε εμείς οι κοινοί θνητοί, Γιαννιώτης, από τα Γιάννινα.
Ο Άγγελος αυτός έρχεται επί της Γης. Παρακάτω θα σας πω την αιτία.
Στα δικά μας εδάφη διαδραματίζεται η ιστορία, άρα και τούτο είναι ένα γήινο βιβλίο.
Ένα βιβλίο της Γης. Η σκέψη δεν είναι γήινη, όμως. Εκεί είναι η απογείωση.
Το μυαλό του Παραδεισάκη δεν λειτουργεί όπως το δικό μου. Ή το δικό σας, επιτρέψτε μου. Κάνει συνδυασμούς ...φευγάτους. Άλλης λογικής.
Το αγγελικό μυαλό ανακαλύπτει γωνιές απάτητες από την δική μας συλλογιστική.
Ανατρέπει το ανθρώπινο σχέδιο δράσης μας, την ανθρώπινη καθεστηκυία τάξη μας. Της δίνει μια και καταλαβαίνει!
Ενόσω ο άγγελος αφηγείται, πετάει σχόλια, πετάει εντυπώσεις, πετάει αισθήματα... Με την ίδια ευκολία σαν να χτυπάει το μαξιλαράκι του καναπέ να φύγει η σκόνη.

Απογειώθηκε η Μαίρη σαν την Μαίρη Πόπινς. Μην την βλέπετε σήμερα έτσι, χωρίς τσιρότα στα δάχτυλα. Προϋπήρξε μια εποχή, ενόσω έγραφε το βιβλίο της, που μπορώ να την φανταστώ πως είχε δέκα τσιρότα στα χέρια της, ένα σε κάθε δαχτυλάκι.
Γιατί θα πύρωναν τα ακροδάχτυλά της από την ταχύτητα που θα πληκτρολογούσε, να προλάβει τον χείμαρρο της έμπνευσης. Ούτε τα άψυχα, βλέπετε, δεν βοήθησαν ώστε να αποφύγει τα τσιρότα.
Σε αυτό το βιβλίο τίποτα δεν μένει σιωπηλό, όλα έχουν λόγο. Λόγο ύπαρξης και ...λόγο! Κουβεντιάζουν μεταξύ τους / με τον Άγγελο / με τον εαυτό τους. Ο καναπές, τα παπούτσια, η παντόφλα... Αμέτοχο στη δράση δεν μένει τίποτα και κανένας.
Κι εκεί που σαν αναγνώστης παρακολουθείς ωραία και καλά – και πολύ λογικά - μια κουβέντα με νόημα ανάμεσα σε μια γυναίκα και την στρίγγλα νύφη της, και αναγνωρίζεις το τοπίο οπότε αισθάνεσαι άνετα με τη διήγηση, ότι τάχα μου την παρακολουθείς, σου βγαίνει από την γωνία το μουρμουρητό του καναπέ και το κους-κους του σκύλου, του Αζόρ που σας έλεγα. Για να αφήσουμε έξω τον Παραδεισάκη που από μια σελίδα και εξής έχουμε αποδεχθεί την παρουσία του και μας φαίνεται -έστω- λογική.

Ο Παραδεισάκης έχει έρθει στη Γη με αποστολή, παρακαλώ. Να κάνει φτερουγοθεραπεία, να χαϊδέψει δηλαδή με τα αγγελικά φτερά του μια άχρωμη, άνοστη, άγευστη 40άρα με ανούσια ζωή σε μια αδιάφορη επαρχιακή πόλη. Ο σκοπός του δηλαδή είναι ...άγιος! Όχι απλώς αγγελικός. Πόσες τέτοιες γυναίκες έχουμε όλοι μας στις ατζέντες τηλεφώνων μας, στο γράμμα που ποτέ δεν ανατρέχουμε. «Βήτα». Βαρετές. «Χι». Χαμένες. Η Μαίρη το λέει καλύτερα. «όλα μπεζ».
Πριν την άφιξη του αγγέλου, η «μπεζ» Αρετή φορούσε μόνο σταχτομπεζ-καφεγκρι ρούχα, που περνούσαν στον κόσμο το ευκολοδιάβαστο μήνυμα «μην με βλέπετε, είμαι διαφανής, δεν είμαι γυναίκα εγώ».
Μετά έπεσε μια φτερουγοθεραπεία ολκής και άλλαξε η γυναίκα χρώματα. Άλλαξε τον αδόξαστο. Και τα φώτα άλλαξε στους πάντες. ...Στους καναπέδες συμπεριλαμβανομένων!
Δεν θα σας πω την αλλαγή για να έχετε την περιέργεια να τρέξετε στο βιβλίο.
Θα σας κλείσω το μάτι με σημασία και θα σας αποκαλύψω μόνο, γιατί με γαργαλάει η γλώσσα μου, ότι όοοοο,τι περνάει από το μυαλό σας, μέσα είστε!

Το βιβλίο είναι δόξα τω Θεώ μεγάλο και έχει χώρο τα πάντα να συμβούν. 645 σελίδες. 780 γραμμάρια χαρτί. Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτά τα πάντα που υπονοώ και ο μηχανισμός του μυαλού σας το βλέπω ότι δουλεύει με μεγάλες ταχύτητες για να τα φανταστεί, δεν είναι διασκορπισμένα στους πέντε ανέμους.

Το βιβλίο δεν αφηγείται μια διαδρομή. Φύγαμε από ‘δω, πήγαμε κει, μετά αλλού... Όχι. Στο «Περπάτα με τον άγγελό σου» δεν είναι γεωγραφική η διαδρομή αλλά εσωτερική. Βαθιά. Ψυχολογική διαδρομή. Οι δρόμοι των ανθρώπων συναντιούνται σε κοινά σημεία, διέρχονται ο ένας τα εσωτερικά μονοπάτια του άλλου, και κάπου στην σελίδα 500και, δεν μιλάμε για μονοπατάκια επομένως, όλοι αυτοί ...κάπου φτάνουν. Γίνεται πανηγύρι εννοείται. Πανηγύρι συμβολικό; Πραγματικό; Δεν θα σας το αποκαλύψω.

Οι άνθρωποι του βιβλίου είναι μετρημένοι στα δάχτυλα: Η Αρετή, ο αδελφός της ο Ηρακλής, η γυναίκα του η Κάκια-Κωνσταντίνα, και τα μέλη της χορωδίας «Σαπφώ»: ο μαέστρος, η σοπράνο Ιταλίδα Τερέζα, η τυφλή πιανίστα Ιφιγένεια, ο Αργύρης που είναι Αλβανός μετανάστης ακορντεονίστας, ο γκρίζος τενόρος (θα χρωματιστεί κι αυτός, έννοια σας), ο γυψάς-γυψοσανίδες που έχει κληρονομήσει την φωνή του Καζαντζίδη, ο γιατρός που ψάχνει ένα νόημα, έναν σκοπό στη ζωή του (και τον βρίσκει), ο Αστέρης που γι’ αλλού ξεκίνησε κι αλλού η ζωή τον πήγε, ένα αστέρι περίμενε στη ζωή του ο άνθρωπος, η αδηφάγα Στέλλα που μην και δει αρσενικό, συμπεριφέρεται σαν θηλυκή αράχνη, ο χορηγός ... βασικά ο χορηγός.
Οι βασικοί χαρακτήρες είναι μόνο τούτοι. Δεκατέσσερεις. Περιφερειακά δουλεύει σκληρά ένα team δευτεραγωνιστών. Τις παντούφλες και τα άλλα τα άφησα απ’ έξω, δεν τα μέτρησα.
Το «Περπάτα με τον άγγελό σου» θα μπορούσε κάλλιστα, νομίζω, να ήταν θεατρικό έργο. Οι χώροι είναι συγκεκριμένοι. 4-5 σκηνικά. Χωράνε σε ένα πλατό, αν ήταν τηλεοπτικό σίριαλ. Υπάρχει οικονομία εκεί. Η σπατάλη γίνεται στην δράση. Σε όλα τα επίπεδα της δράσης.
Την οποία παρακολουθούμε πανεύκολα χάρη στην αφήγηση του Παραδεισάκη, σύγχρονη με τα γεγονότα που διαδραματίζονται. Πρόκειται για αναμετάδοση στην ουσία, είναι σαν να παρακολουθούμε από το τραντζιστοράκι αγώνα ποδοσφαίρου.

Με τον Παραδεισάκη σπίκερ, ο αναγνώστης αποχτάει ειδική οπτική. Ξεφεύγει από τα ανθρώπινα δεσμά της σκέψης και μπορεί να παρακολουθεί τα ενδότερα, ενδότερα, ενδότερα των ηρώων του βιβλίου.
Μεταξύ των άλλων ακούει τις σκέψεις των ηρώων. Πείτε μου ότι ποτέ δεν σκεφθήκατε τι καλά θα ήταν να μπορούσατε να ακούγατε την σκέψη του συντρόφου σας. Ή του εργοδότη σας, ας πούμε. Τούτο το ονειρικό είναι η πραγματικότητα στο βιβλίο.
Ο άγγελος της Αρετής έχει την ικανότητα, όπως ακούει/μαντεύει/...πάντως γνωρίζει τη δική της σκέψη, έτσι να ακούει/μαντεύει/πάντως γνωρίζει και των άλλων με τους οποίους έρχεται η Αρετή σε επαφή. ...όλων των ειδών τις επαφές, για να κυριολεκτώ. Πείτε μου και το πίστεψα ότι ούτε αυτό έχετε ποτέ σκεφθεί, μήπως ο σύντροφός σας λέει στα φανερά «ήταν τέλεια», κι από μέσα του λέει άλλα! Ότι «ήταν χάλια»!
Το «ήταν τέλεια» ακούει η Αρετή. Εμείς όμως, ως αναγνώστες, δια του αγγέλου, ξέρουμε κάτι περισσότερο από αυτή και αυτό είναι απίθανα πρωτοποριακό, συναρπαστικό και αποκαλυπτικότατο για την ανθρώπινη συμπεριφορά. Για να μην πω για την ανθρώπινη φύση, που σηκώνει πολλή κουβέντα.

Ποια είναι η Αρετή και γιατί να μας ενδιαφέρει;
Αποτελεί το alter ego της συγγραφέα, όπως συχνά συμβαίνει; Άμα ήταν έτσι, η Μαίρη θα την πατούσε, δεν θα πετούσε. Είπαμε, σε αυτό το βιβλίο πετάει. Απογειώθηκε.
Η Αρετή, κατά τη γνώμη μου (και η Μαίρη εδώ είναι να με διαψεύσει, αλλά αλίμονό της), είναι ο εαυτός μας στις κρυφές μπεζ αποχρώσεις που κατά τόπους – στο πολύχρωμο «όλον» μας - έχουμε. Λιγότερο ή περισσότερο ....ή ολωσδιόλου, εμείς είμαστε η Αρετή.
Εμάς βλέπουμε στο βιβλίο. Βλέπουμε και τον άγγελο που κανονικά οι άγγελοι είναι αόρατοι, στην Αρετή δεν είναι ορατός, εμείς όμως τον δικό της τον βλέπουμε. Ίσως κι εμείς επομένως, όπως αυτή, να έχουμε έναν αόρατο άγγελο που παίζει τούτη την στιγμή με τα τσουλούφια μας. Ίσως τελικά και η καλή μας διάθεση να είναι αποτέλεσμα μιας σωστικής φτερουγοθεραπείας -πού το ξέρουμε;- κι ας καυχιόμαστε στις μπεζ ή χρωματιστές φιλενάδες μας πως είναι προσωπικό μας επίτευγμα, αποτέλεσμα χρόνιων ερευνών.

Η Αρετή με την συμβολή του αγγέλου μεταλλάζεται. Γίνεται η εικόνα μας όπως θα θέλαμε να επιστρέφεται όταν κοιτάμε τον καθρέφτη. Το κεντρικό μήνυμα του βιβλίου αφορά την Αρετή και είναι κατά τη γνώμη μου το «Κορίτσια, αλλάξτε! Μπορείτε!»
«Κορίτσια & αγόρια, προχωρήστε!»
, για να το συνδέσουμε με το βάδισμα του τίτλου.
Αν ο θεός είχε δώσει στην Αρετή πηλό για να φτιάξει την Εύα, όλες οι γυναίκες θα ήμασταν καλύτερες! Στον χαρακτήρα και την συμπεριφορά.
Γιατί η Αρετή, όπως μας την παρουσιάζει η Μαίρη, είναι καλός άνθρωπος. Πολύ καλός άνθρωπος. Γιατί η Αρετή μπορεί στην αρχή να έκανε κάποιες σπασμωδικές κινήσεις μέχρι να βρει τον ρυθμό της, όμως κατέκτησε την πολυπόθητη -για όλους μας- ισορροπία. Διαμόρφωσε έναν ωραίο εαυτό, είναι και όμορφη κοπέλα... ποιος στη χάρη της!
Για να συνοψίσω τον χαρακτήρα «Αρετή» του βιβλίου, δεν ξέρω τι λέει η Μαίρη αλλά κατά εμέ εκφράζει το ρεαλιστικό ιδεατό της σύγχρονης Ελληνίδας. Πολύ ανθρώπινη, πολύ γήινη, πολύ απλή, πολύ κατανοητή. Εξαιρετικά οικεία.

Και με άλλους ήρωες του βιβλίου ισχύει αυτό. Η οικειότητα. Ο Κυριάκος, ας πούμε. Ο άπιστος ερωτικά αχαλίνωτος. Υπάρχει άντρας που να μην αναγνωρίσει στον εαυτό του και ολίγο από Κυριάκο; Ή εμείς, οι κυρίες, υπάρχει καμία που να μην ψάχνει να βρει μήπως και υπάρχει υποψία Κυριάκου στον σύντροφό της;
Άλλο παράδειγμα οικειότητας: Αν δεν αναγνωρίσουμε στον εαυτό μας τον Μενέλαο και την μάνα του που ήθελε κοτέτσι στην αυλή της λουξ έπαυλης (το κοτέτσι έστω στην μεταφορική του έννοια), θα το αναγνωρίσουμε σίγουρα σε κάποιον γνωστό μας.
Το ίδιο ισχύει για την Τερέζα που εκφράζει την αγωνία της ώριμης γυναίκας που πέρασε η μπογιά της ή την «μυγοσκοτώστρα» την Στέλλα που δεν αφήνει αρσενικό για αρσενικό και σχέση για σχέση να φτουρήσει.

Σχετικά με τους ήρωες του βιβλίου, που δεν θα τους πιάσω έναν-έναν ασφαλώς, εξάλλου φαίνονται μέσα από τα αποσπάσματα που επιλέχτηκαν, έχει σχεδιάσει η Μαίρη μια ανθρώπινη γκάμα που μας την ανοίγει σαν βεντάλια. Όλοι αυτοί κάνουν ένα πάντρεμα γόνιμο, που γεννάει σκέψεις στον αναγνώστη. Το απίθανο είναι ότι ξεκινάμε χαλαρά, μετά μπαίνουμε στα πιο βαθιά.
Η Μαίρη ξεκινάει τον αναγνώστη της από τα ρηχά, από κει που πατώνει. Ο αναγνώστης. Σιγά-σιγά το βιβλίο τον ρουφάει στα ενδότερα, στα πιο βαθιά νερά. Σκουραίνουν τα ύδατα. Ανάμεικτα με τιρκουάζ. Το χρώμα του φιλικού αμμουδερού βυθού.
Για να μην τα λέω φλου αρτιστίκ, το βιβλίο έχει 3 μέρη:

Στο 1ο επικρατεί ατμόσφαιρα κοζερί. Σαν να κάθεται η παρέα στον καναπέ, να έχει πετάξει από τα πόδια τα στενά παπούτσια («ουφ, επιτέλους» θα είπαν αυτά, αν λειτουργούσε στη ζωή το πνεύμα του βιβλίου) και να πίνει το καφέ της –καλή ώρα- ή το κρασάκι της κουβεντιάζοντας. Με το πρώτο στρώμα του μυαλού ενεργοποιημένο. Το εξωτερικό, το επιφανειακό σοφό μυαλό μας. Οι ανατροπές του πρώτου μέρους χτυπάνε το κουδούνι να έρθουν στην πόρτα, έξω, και τα άλλα στρώματα του μυαλού μας.
Εκεί, στην αρχή του βιβλίου, η Μαίρη γάζωσε τις δραματικές αλήθειες που θα ακολουθήσουν. Τρύπωσε το δράμα.
Στο 2ο μέρος, η δράση είναι τέτοια, τόσα πολλά αυτά που συμβαίνουν, που είσαι πλέον ολόκληρος σε εγρήγορση. Τίποτα δεν κοιμάται. Παρακολουθείς τα πάντα. Μέχρι και τους καναπέδες, για να επιστρέψω στο εύρημα του ομιλούντος καναπέ. Υπερίπτασαι δηλαδή στο story αλλά, πράγμα αδύνατο κι όμως δυνατό, είσαι ταυτόχρονα και πάνω στη γη και μέσα στους ανθρώπους. Και έξω δηλαδή και μέσα και παραμέσα. Είσαι πανταχού παρών, κι αυτό σου δίνει μια απίστευτη δύναμη, δίνει στον αναγνώστη μια δύναμη πρωτόγνωρη και πολύ, μα πολύ γοητευτική!
Το πώς ο κάθε από εμάς αναγνώστης χειριστεί τη δύναμη που του προσφέρει με την γραφή της η Μαίρη, υπόκειται σε αυτόν. Αναφέρομαι στον ρόλο του αναγνώστη. Στη δική του συμμετοχή κατά την ανάγνωση.
Στο 3ο πια και τελευταίο μέρος, από την ανατροπή περνάμε στην αποκάλυψη. Αποκαλύπτεται ο λόγος που έκανε τον κάθε ήρωα του βιβλίου να δρα όπως έδρασε στα δύο πρώτα μέρη. Καταλαβαίνουμε. Κλείνουμε το βιβλίο με την γεύση της κατανόησης στο στόμα. Κατανοώντας. Η κατανόηση είναι σπουδαίο πράγμα. Νόηση, διανόηση, κατανόηση. Παρανόηση. Υπονόηση. Σούπερ-νόηση.


Όσο περπατάμε προς το 3ο μέρος του βιβλίου, το δραματικό στοιχείο τα βάζει με το εύθυμο και νικάει. Μεγάλα αποσπάσματα, στην αρχή ιδιαίτερα το βιβλίου, μπορεί να τα χαρακτηρίσει ένας φιλόλογος που αγαπάει τις ετικέτες, ως ευθυμογράφημα.
Σε πολλά σημεία του βιβλίου γελάει ο αναγνώστης, όπως η Μαίρη θα γελούσε -είμαι σίγουρη, επειδή την ρώτησα- ενόσω τα έγραφε. Γέλιο φωναχτό. Όχι απλώς μειδίαμα.
Κι εκεί που είμαστε στο ευφυολόγημα, μπαίνει τελεία και βρισκόμαστε στο δράμα.
Η τελεία, το σημείο στίξης, λειτουργεί σαν μπάλα κανονιού που μας εκσφενδονίζει στην άλλη άκρη του λιβαδιού, εκεί που λέγονται πικρές αλήθειες.
Αυτό το παιχνίδι των αντιθέσεων, άσπρο-μαύρο, γλυκό-πικρό, ωραίο-άσχημο, το συναντάμε σε όλο το έργο.
Είναι φανερό ότι πρόκειται για στρατηγική γραφής. Ο γραφικός χαρακτήρας της συγγραφέα. Και η δύναμή της. Πώς παίρνει τον αναγνώστη και τον σηκώνει. Ή τον βυθίζει. Μας παίζει στα δάχτυλά της η Μαίρη. ...Εκείνα που είχαν τα τσιρότα. Επειδή πύρωναν.

Οι ήρωες στο «Περπάτα με τον άγγελό σου» δεν εμφανίζονται τραγικοί. Αντιθέτως. Ένα πράγμα που δεν τους χαρακτηρίζει είναι η μαυρίλα. Τότε; Πώς συνάδει η τραγικότητα;
Με τον εξής μηχανισμό: Δεν είναι συνεχής. Δίδεται σε σκηνές τραγικότητας. Σε φέτες. Κομμάτια μιας δραματικής τούρτας.
Με το δραματικό στοιχείο καταλαβαίνεις ότι το γέλιο σου στα εύθυμα μέρη ήταν παράταιρο. Ότι ήσουν αγενής με τους ήρωες του βιβλίου. Ότι θα έπρεπε να σκύψεις ως αναγνώστης με περισσότερη τρυφερότητα επάνω τους -ένα πάθημα-μάθημα.
Δεν είναι τυχαίο το πάθημα-μάθημα. Η συγγραφέας είναι παρούσα σκορπώντας δεξιά κι αριστερά μηνύματα κοινωνικά. Σαν την μελισσούλα κυκλοφορεί στις σελίδες κι αφήνει την γύρη της, λίγη εδώ-λίγη εκεί. Είναι σαφής η θέση που παίρνει σε κοινωνικά θέματα όπως ο μετανάστης, ο καταληψίας ή το τσιγγανάκι.

Η συγγραφέας είναι ορατή. Το «Περπάτα με τον άγγελο σου» στον τίτλο είναι σε προστακτική όχι της προσταγής, αλλά της ευχής. Σκουντάει με τρυφερότητα η Μαίρη τον αναγνώστη να προχωρήσει μπρος. Όπως μια καλή φίλη. Πολύ πολύ φιλικά η Αρετή αναλαμβάνει να εκπαιδεύσει το γυφτάκι. Αναλαμβάνει να πάει στο νοσοκομείο την ετοιμόγεννη. Να φροντίσει τον άρρωστο μαέστρο. Να.., να...., να..... Καλές πράξεις ...ή στάση ζωής;
Στάση ζωής. Η Αρετή εκπαιδεύει και μας, τους αναγνώστες.

Ως συγγραφέας, για να το πιάσω κι έτσι τουλάχιστον στον Επίλογο, έχω να δηλώσω ότι είδα στο «Περπάτα με τον άγγελό σου» ξεκαρδιστική αφήγηση, με ατάκες που αν επρόκειτο για σίριαλ στην τηλεόραση θα τις ακούγαμε την επομένη στο μετρό και στα λεωφορεία, και, συνάμα, συγκλονιστικό δράμα με απέριττη γραφή. Ό,τι πιο λιτό σε δράμα κυκλοφορεί στην αγορά.
Κάποιες από τις προσωπικές εξομολογήσεις ηρώων του βιβλίου θα μας μείνουν ανεξίτηλα. Είναι από αυτές τις ανθρώπινες ιστορίες που κάποια στιγμή αργότερα κόβουμε το κεφάλι μας πως συνέβησαν σε κάποιον πολύ γνωστό μας και είναι πραγματικές. Η Μαίρη έχει βάλει το χεράκι της ασφαλώς. Η μαεστρία της συγγραφικής τεχνικής είναι που έδωσε ζωή, πνοή, σε φανταστικές ιστορίες πλασματικών ανθρώπων.

Από την κοζερί των πρώτων σελίδων, θα με ρωτήσετε, πώς φτάσαμε ως εδώ;
Ε, η Μαίρη κι ο άγγελός της μας έφτασαν. 645 σελίδες βέβαια τους πήρε, δεν μας έφτασαν δα και πετώντας. Περπατώντας φτάσαμε!
Προλαβαίνω ίσα-ίσα να ευχηθώ «Καλή Ανάγνωση» σε όσους δεν το διάβασαν και να σας ευχαριστήσω για την προσοχή σας.

Κλείνω με το βιβλίο, όπως του αρμόζει:

«Όλα ήταν ίδια όπως τα άφησε πριν κλείσει τα μάτια της γι’ αυτό το φιλί, που κράτησε λίγο όσο η αιωνιότητα και πολύ όσο ένα ανοιγόκλεισμα των ματιών. Ήταν ένα φιλί ζεστό, που είχε τη γεύση και τα αρώματα του καλοκαιριού. Ξεφλουδισμένο ροδάκινο και αγιόκλημα. Ζεστή αλμύρα και παγωτό χωνάκι. Ούζο με πάγο και μέλι θυμαρίσιο. Πεύκο και άγουρο σταφύλι. Ανθισμένες πικροδάφνες και θερισμένα στάχυα. Όμως αυτή πια δεν ήταν η ίδια.» (σελ 598)

Όπως και εγώ, η Νοέλ, δεν ήμουν ίδια όταν το διάβασα...

ΠΕΡΠΑΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΓΓΕΛΟ ΣΟΥ - Παρουσίαση





Την Πέμπτη 26 Νοεμβρίου, έγινε η παρουσίαση του βιβλίου μου
"ΠΕΡΠΑΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΓΓΕΛΟ ΣΟΥ" , στο ΒΟΞ-ΛΙΒΑΝΗΣ, στα Εξάρχεια.

Για το βιβλίο μίλησε η συγγραφέας Νοέλ Μπάξερ και εγώ. Για όλους μας τραγούδησε η Μίνα Δάκου και η χορωδία "Σαπφώ" . Ήταν μια ωραία βραδιά γεμάτη λυρισμό και λόγο.